αὐξησίας

αὐξησίας
αὐξησίᾱς , αὐξησία
the goddess of growth
fem acc pl
αὐξησίᾱς , αὐξησία
the goddess of growth
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужна курсовая?

Look at other dictionaries:

  • Αὐξησίας — Αὐξησίᾱς , Αὐξησία the goddess of growth fem acc pl Αὐξησίᾱς , Αὐξησία the goddess of growth fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • οίη — Ονομασία δύο αρχαίων οικισμών. 1. Δήμος της αρχαίας Αττικής. Ονομαζόταν και Όα ή Οή. Ο κάτοικος του ονομαζόταν Οεύς ή Οαεύς ή Οαιεύς. Ο Ηρόδοτος επίσης αναφέρει κάποια Οίη, που την τοποθετεί στην Αίγινα. Όπως γράφει, οι Αιγινήτες είχαν μεταφέρει… …   Dictionary of Greek

  • λιθοβόλια — λιθοβόλια, τὰ (Α) [λιθοβόλος] εορτή στην Τροιζήνα προς τιμήν τών παρθένων Δαμίας καί Αυξησίας …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”